Littérature grecque classique (Odyssée)

  • Collège  Expérimental Zanneio, cours de Littérature grecque classique (Odyssée), classe A1, enseignant Evanguelos Malmen

    Mes élèves de A1, Anastasiadi Hélène, Vakojianni Christine, Varvaressou Marie et Dimopoulou Hélène ont essayé d’ écrire une rhapsodie lunaire. Voici le résultat:

    Σεληνιακή Ραψωδία

    Ανοίγοντας τον ασκό,

    ο Αίολος μας πέταξε στον ουρανό.

    Μας έστειλε στο φεγγάρι,

    γιατί ήθελε εκεί να μας πάει.

     

    Ήταν μία λευκή επιφάνεια,

    στρογγυλή, σαν να ’ναι η γη.

    Δεν αγγίζαμε πολύ το έδαφος,

    ήμασταν πιο ελαφριοί.

    Όλα μαύρα ήταν γύρω μας

     και τα αστέρια έλαμπαν,

    όπως αστράφτει ο ουρανός,

    την ώρα που ο Θεός Ήλιος

    με το άρμα του ανεβαίνει ψηλά στον ορίζοντα.

     

    Και τότε την είδα την αθάνατη θεά,

    με λαμπερά μάτια και μακριά μαλλιά.

    Εκείνη ήρθε και μου είπε:

    «Τι κάνεις εσύ εδώ, πολυμήχανε Οδυσσέα;

    Δεν έπρεπε να πλέεις στο πέλαγος το μακρινό;»               

    Της αποκρίθηκα εγώ:

    «Ω, πανέμορφη αθάνατη θεά,

    που ζεις στο όμορφο σου το φεγγάρι,

    Μας έστειλε ο τρομερός θεός, Αίολος,

    με τους δυνατούς ανέμους,

    Γιατί αυτοί οι νήπιοι σύντροφοί μου

    δεν δίστασαν να ανοίξουν το ασκί,

    που μας έδωσε, νομίζοντας πως μας έδωσε θησαυρό.

    Όμως, ποια είσαι, πανέμορφη θεά;»

    Μου αποκρίθηκε:

    «Κόρη της Σελήνης και του Ήλιου είμαι,

    το όνομα μου Δρόσο είναι.

    Έχω μία αδερφή, την Πανδία,

    θυγατέρα της Σελήνης και του Δία.

    Ελάτε στο παλάτι μου να σας κεράσω

    Να φάτε, να πιείτε και να κοιμηθείτε»

    Έτσι μας οδήγησε στο υπέροχο παλάτι της,

    όπου για λίγη ώρα όλα πήγαν καταπληκτικά.

    Αντίκρισα στον χώρο αγάλματα λαμπρά,

    στολισμένα με μαργαριτάρια και άλλα πολλά.

    Μας κέρασε φαγητό πολύ,

    νόστιμο μοσχάρι και κρασί.

    Και τότε ακούστηκε κρότος δυνατός

    η οροφή έπεσε, έγινε καπνός.

    Ήρθανε πλάσματα πολλά,

    πράσινα, αποκρουστικά,

    με χέρια και πόδια μακριά

    και πλοκάμια κοντά.

    Εγώ και οι σύντροφοί μου,

    πήραμε ο καθένας από ένα σπαθί

    Και έγινε σφαγή…

    τότε με χτύπησε στη καρδιά,

    ένα από τα πλάσματα τα φρικτά.

    Άνοιξα τα μάτια μου τα βαριά,

    όνειρο ήταν τελικά.

    Είδα μία πέτρα σεληνιακή,

    από την μακρινή χώρα αυτή.

    Είδα όνειρο ή όχι;

    Αναστασιάδη Ελένη, Βακογιάννη Χριστίνα-Αναστασία (Κριστάζια)

    Βαρβαρέσου Μαρία & Δημοπούλου Ελένη Ιωάννα (Ελιάννα)

    Α1 Ζαννείου Πειραματικού Γυμνασίου

     

    Mes élèves de A1, Aliferi Dimitra, Vlaxou Xrisi, Goutzouri Zoi et Athanasopoulou Emmelia ont imaginé que Ulysse s’ est rendu à la lune pour se sauver:

    Ο ΟΔΥΣΣΕΑΣ ΑΣΦΑΛΗΣ ΣΤΟ ΦΕΓΓΑΡΙ

    Μετά την τελευταία περιπέτειά του με τον Πολύφημο, ο Οδυσσέας και οι σύντροφοι του κουρασμένοι καθώς ήταν, αποφάσισαν να κάνουν μια στάση σε ένα κοντινό νησί για να ξεκουραστούν. Αφού έφαγαν όσα κριάρια τους είχαν απομείνει από τη σπηλιά του Πολυφήμου, έπεσαν για ύπνο. Ταυτόχρονα, η Αθηνά προσπαθούσε να καθησυχάσει τον Ποσειδώνα ώστε να μην βλάψει τον Οδυσσέα και να μην τον εμποδίσει στον νόστο του στην Ιθάκη. Η Αθηνά από την έντονη και πολύωρη συζήτηση της με τον κοσμοσείστη Ποσειδώνα κατάλαβε ότι η κουβέντα αυτή δεν είχε νόημα, καθώς ο Ποσειδώνας μετά τις κατάρες του πλέον τυφλού γιού του είχε πλέον αποφασίσει ότι πρόκειται να καταστρέψει τον Οδυσσέα. Το επόμενο πρωί ο Οδυσσέας ξύπνησε ταραγμένος έχοντας δει ένα πολύ παράξενο αλλά και προφητικό όνειρο το οποίο άρχισε αμέσως να τον ανησυχεί και αποφάσισε να το πει στους συντρόφους του. Απευθύνθηκε σε αυτούς:

    «Το χθεσινό μου όνειρο δεν μπορεί να φύγει από το νου μου. Πώς μια ξαφνική είδηση πηγαίνει και έρχεται στο μυαλό αλλά τελικά ποτέ δεν μπορείς να ξεχάσεις έτσι και εγώ δεν μπορώ να ξεχάσω το αφύσικο όνειρο μου».

    Εκείνη την ώρα οι σύντροφοι του έστρεψαν το βλέμμα τους γεμάτο ειρωνεία στον έκπληκτο Οδυσσέα και ένας από αυτούς πηρέ τον λόγο: «Τι είναι αυτά που μας λες Οδυσσέα δηλαδή τι όνειρο είχες χθες το βράδυ;»

    Τότε λοιπόν ο Οδυσσέας αποκρίθηκε:

    «Έκλεισα τα μάτια μου και αντίκρισα μια φωτεινή φιγούρα που είμαι σίγουρος πως αντιπροσώπευε τη θέα της σοφίας, την Αθηνά λόγω της περικεφαλαίας που πάντα καλύπτει το κεφάλι της και της κουκουβάγιας που βρίσκεται πάντοτε στον ώμο της. Ένιωσα πως ήθελε να με προειδοποιήσει για κάτι κακό που πρόκειται να συμβεί αλλά χωρίς να μου δώσει πολλά στοιχεία για αυτό».

    Οι σύντροφοι του τον χλεύασαν για τα λόγια του και είχαν μια ειρωνική στάση που δεν περίμενε ο Οδυσσέας. Αφού ο πολύγνωμος Οδυσσέας παρατήρησε τον ουρανό, συνειδητοποίησε πως το ταξίδι τους έπρεπε να αναβληθεί για την επόμενη μέρα. Το ίδιο μεσημέρι οι σύντροφοί του θέλησαν να κοιμηθούν και έτσι έγινε. Ο Οδυσσέας όμως δεν είχε ύπνο καθώς δεν μπορούσε να σταματήσει να σκέφτεται το όνειρό του και την εξήγησή του. Τότε, η Μεγάλη θεά Αθηνά αποφάσισε να δράσει και να πάρει αυστηρά μέτρα διότι γνώριζε πως ο Οδυσσέας θα τιμωρούνταν πολύ αυστηρά αν τον άφηνε στα χέρια του αδίσταχτου Ποσειδώνα. Μετά από πολλή σκέψη, αποφάσισε να τον μεταφέρει σε ένα μακρινό αλλά και ασφαλές μέρος οπού ζούσε μια θεά με το όνομα Σελήνη που εύκολα μπορούσε να της εμπιστευτεί τον ανδρείο πολεμιστή ώστε έτσι ο Οδυσσέας να είναι ασφαλής. Η Αθήνα πήγε λοιπόν στο νησί που βρισκόταν ο Οδυσσέας και οι σύντροφοι του που είχαν πλέον αποκοιμηθεί και τον βρήκε βαθιά αφηρημένο στις σκέψεις του. Ο Οδυσσέας σηκώθηκε, έχοντας μείνει άφωνος και εντυπωσιασμένος, αλλά μην μπορώντας να αρθρώσει ούτε μια λέξη και ταυτόχρονα περιμένοντας εξηγήσεις από την Αθηνά για το χθεσινοβραδινό του όνειρο. Τότε λοιπόν η Αθηνά αφού τον καθησύχασε, τον έπεισε να πάει στην Σελήνη για να καταφέρει να τελειώσει το ταξίδι του και να γυρίσει στην πατρίδα του και στην οικογένεια, χωρίς τα εμπόδια του Ποσειδώνα. Η θεά τότε πρόσταξε τον Ερμή να οδηγήσει τον Οδυσσέα στο φεγγάρι και κάπως έτσι άρχισαν να κατευθύνονται προς τα εκεί. Όταν ο Οδυσσέας πρωτοείδε την εκθαμβωτική Σελήνη, του γεννήθηκαν ανάμικτα συναισθήματα: αρχικά νοσταλγούσε την οικογένεια του γιατί θυμήθηκε τη γυναίκα του και τον γιό του να παρατηρούν τη Σελήνη από το μπαλκόνι τους και να τη θαυμάζουν. Με αυτήν την σκέψη δάκρυσε συγκινημένος και δεν μπορούσε να σταματήσει να κοιτάει την Σελήνη, καθώς όσο περισσότερο την κοιτούσε τόση μεγαλύτερη αγαλλίαση του δημιουργούνταν. Το συναίσθημα αυτό της αγαλλίασης συνόδευε και το συναίσθημα της ασφάλειας αφού γνώριζε πως δεν θα κινδύνευε από τον τρανό Ποσειδώνα. Ενώ σκεφτόταν όλα αυτά, μία τελευταία σκέψη του ήρθε στο μυαλό: το πώς θα ευχαριστήσει και θα το ανταποδώσει στη θεά Αθηνά η οποία του έδωσε αυτή την ευκαιρία να σωθεί.

    « Ουφφφφ! Αχχχχχχχχχχχ... ααααααουτς» είπε ο Ερμής όταν έφτασαν στον προορισμό τους αλλά όχι από την αντιπάθειά του προς τον Οδυσσέα, αλλά επειδή ο Οδυσσέας ήταν τόσο μυώδης και τόσο δυνατός που δυσκολευόταν να τον μεταφέρει. Η Σελήνη την στιγμή που τους είδε έσπευσε να τους καλωσορίσει και ο Ερμής βλέποντας πως έρχεται εκείνη αποχώρισε και τους άφησε μόνους τους. Ο Οδυσσέας αμέσως ένιωσε μια οικειότητα στο περιβάλλον από το οποίο περιτριγυριζόταν και η θέα Σελήνη ήταν μαζί του πολύ ευγενική.

     Ο Ποσειδώνας, όμως, θύμωσε πάρα πολύ, όταν έμαθε πως η Αθήνα συνωμότησε με τον Οδυσσέα εναντίον του και αμέσως πήγε στην Αθηνά για να δει πού είναι κρυμμένος αλλά η Αθηνά δεν αποκρινόταν παρόλο που ο Ποσειδώνας την απείλησε αρχίζοντας να καταστρέφει ό,τι ήταν σημαντικό για τον Οδυσσέα. Πρώτα σκότωσε κάποιους από τους συντρόφους του και σκορπώντας στην οικογένεια του Οδυσσέα και μαζί σε όλη την Ιθάκη έναν λοιμό.

    Η Αθηνά μαθαίνοντας τα δυσάρεστα νέα, το είπε στον Οδυσσέα και στη Σελήνη. Η Σελήνη του έκανε λοιπόν μια πρόταση: να μείνει μαζί της εκεί προσφέροντάς του ασφάλεια. Ο Οδυσσέας λοιπόν βρέθηκε σε ένα δίλημμα να μείνει στην Σελήνη και να και να μην κινδυνεύει από τον Ποσειδώνα ή με κίνδυνο τη ζωή του να επιστρέψει στην Ιθάκη. Ο Οδυσσέας χωρίς να το σκεφτεί πολύ αποφάσισε να ρισκάρει τη ζωή του και να γυρίσει στην οικογένειά του και την πατρίδα του. Η Σελήνη το δέχτηκε και του ευχήθηκε καλή τύχη και καλό δρόμο.

    Ο Οδυσσέας μετά από πολλές δυσκολίες που του προκάλεσε ο τρανός Ποσειδώνας κατάφερε να φτάσει στην πολυπόθητη πατρίδα του όπου συναντήθηκε με την πανέμορφη και αγαπημένη του, Πηνελόπη και τον λατρεμένο του γιο, Τηλέμαχο. Οι υπόλοιποι θεοί κατάλαβαν πόσο άξιος πολεμιστής και συνετός βασιλιάς ήτανε και ανάγκασαν τον Ποσειδώνα να υποχωρήσει. Ο Οδυσσέας όμως δεν ξέχασε την Σελήνη και τις πράξεις της, αφού κάθε βράδυ πριν κοιμηθεί έβγαινε έξω από το σπίτι του, κοιτούσε τη Σελήνη και την ευχαριστούσε για όλα όσα είχε κάνει για αυτόν...

    Αλειφέρη Δήμητρα, Βλάχου Χρυσή,

    Γκουτζουρή Ζωή & Αθανασοπούλου Εμμέλεια

    Α1 Ζαννείου Πειραματικού Γυμνασίου